- αναφορά
- η1. προφορική ή γραπτή έκθεση κατώτερου σε ανώτερο: Έκαμα την αναφορά μου για όσα έγιναν.2. γραπτή έκθεση ιδιώτη σε δημόσια αρχή: Για όλα αυτά τα στραβά έκαμα αναφορά στη Νομαρχία.3. η καθημερινή ανακοίνωση στο διοικητή στρατιωτικής μονάδας κάθε πράγματος που έχει σχέση με τους άντρες της και την υπηρεσία τους: Αύριο λογαριάζω να βγω στην αναφορά.4. (αστρον.), «ορθή αναφορά» λέγεται μια από τις σφαιρικές συντεταγμένες με τις οποίες ορίζεται η θέση ενός αστέρα πάνω στην ουράνια σφαίρα.5. σχήμα λόγου κατά το οποίο αλλεπάλληλες προτάσεις αρχίζουν με την ίδια λέξη, π.χ. αυτός τον προκάλεσε, αυτός τον έβρισε, αυτός τον χτύπησε.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.